Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

Μαθήματα από τον Αντετοκούμπο (2).

 Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο μίλησε στον Νίκο Παπαδογιάννη και το «Documento».

Τι πιστεύεις ότι χρωστάς στην Ελλάδα, αφού αυτή δεν σου έχει προσφέρει τίποτα; Το μόνο που σου δώσαμε ήταν ένα διαβατήριο. Κι αυτό μόνο όταν φοβήθηκαν πως δεν θα συμμετάσχεις στην Εθνική. 
«Η σχέση με τη χώρα σου ποτέ δεν μπορεί να βασιστεί στο τι σου χρωστάει ή σε ό,τι της οφείλεις.
Ούτε κρίνεται από ένα διαβατήριο ή τις δυσκολίες της καθημερινότητας».

Ναι αλλά είναι γεγονός ότι σου έδωσε μόνο το διαβατήριο. 
«Με ρωτάς τι σημαίνει η χώρα που έδωσε την ευκαιρία στους γονείς μου να γεννήσουν τέσσερα παιδιά, να πάνε στο σχολείο, να βρουν μια γειτονιά και μια εκκλησία που τους αγκάλιασε.
Επίσης, ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα και τον αδελφό μου, πριν καν εμείς πιστέψουμε στον εαυτό μας, αλλά και φίλους που ήταν πάντα εκεί.
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω».

βλέπε και: Μαθήματα (1)

.Γ: Κάθε σχόλιο για τον δημοσιογράφο ή σύγκριση του με τον Γ. Α. είναι μάλλον περιττό...)
 

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Κουζουλάθηκε η γριά;


29/6/2010, του Δημήτρη Καμπουράκη
 
Δεν είναι πολύς καιρός που κατέβηκα στην Κρήτη κι έκανα μια σαββατιάτικη πρωινή βόλτα στα δρομάκια του χωριού μου. Ήθελα να ξαναβρώ τις γνώριμες εικόνες τής ζωής μου, αλλά κυρίως για να μυρίσω καλοκαιρινή μαντζουράνα και βασιλικό. Βρήκα την κυρία Ηρακλεία στην αυλή της, γιαγιούλα ογδόντα χρονών και βάλε, διπλωμένη στα δύο να σαρώνει το σκασμένο τσιμέντο με μια από κείνες τις παλαιικές κίτρινες σκούπες που πίστευα ότι έχουν εξαφανιστεί από χρόνια. Αφού μιλήσαμε για τα παιδιά και τα εγγόνια της και έλυσα αντίστοιχες απορίες της, (αυτή στην πάνω γειτονιά, εγώ στην κάτω, δυο άλλοι κόσμοι) τη ρώτησα μισοαστεία μισοσοβαρά πως τα πάει με την οικονομική κρίση και πως βλέπει την Τρόϊκα και το ΔΝΤ.
Δεν ήμουν διόλου σίγουρος ότι καταλάβαινε τι σήμαιναν οι όροι αυτοί, όμως η γριούλα ήξερε καλά διότι μού απάντησε ακαριαία:
«Δε τσοι φοβούμαι εγώ παιδί μου, γιατί έκαμα ευχέλαιο στο σπίτι.»
Δεν πρόλαβα να γελάσω, διότι κάτι από την κουβέντα της με άφησε άναυδο. Τόσο απλά λοιπόν θα μπορούσαν να ήταν όλα; Δέκα λέξεις όλες κι όλες κολλημένες η μια δίπλα στην άλλη, περιέγραψαν με θαυμαστή ακρίβεια τον δήθεν περίπλοκο κόσμο μας και τη θέση μας μέσα σ’ αυτόν. Ήταν μια φράση χωρίς ίχνος περιττολογίας, χωρίς πολιτικά, ιδεολογικά ή οικονομοτεχνικά φτιασιδώματα. Μια απλή, μικρή, φαινομενικά αφελής κουβέντα κάποιας γιαγιάς ενός χωριού, που όμως καθόριζε αφοπλιστικά τα όρια του καλού και του κακού, του διαβολικού και του θεϊκού. Κι αφού περίγραψε τον κόσμο, κατάταξε αμετάκλητα στο στρατόπεδο τού Διαβόλου αυτούς που ανήκουν πράγματι εκεί. Με την ίδια λιτή φράση καθόρισε παράλληλα τα μέσα και τα όρια της δικής της άμυνας.
Η κυρία Ηρακλεία δεν έχει τη γνώση κάποιου υπουργού, την επιστημονική επάρκεια ενός οικονομολόγου ή το εύρος της πληροφόρησης κάποιου δημοσιογράφου. Έχει όμως κάτι άλλο, πολύ σοβαρότερο από όλα τούτα τα βαρύγδουπα μαζί. Το σοφό ένστικτο τού απλού βασανισμένου ανθρώπου, που πατά σε στέρεες βάσεις ζωής. Κι αυτό το ένστικτο τη βοηθά να διαθέτει το δυσκολότερο όλων. Καθαρή εικόνα του κόσμου. Πόσες χιλιάδες ώρες έχουμε καταναλώσει ακούγοντας και διαβάζοντας εμβριθείς αναλύσεις για την παγκόσμια και την ελληνική κρίση, για να καταλήξουμε ότι στην πραγματικότητα δεν ξέρει κανένας τίποτα; Ε λοιπόν, η κυρία Ηρακλεία ξέρει το βασικότερο. Ξέρει τον εχθρό. Όλοι εμείς οι υπόλοιποι, μέσα από τους δαιδάλους της γνώσης και της πληροφόρησης ακόμα τον ψάχνουμε, αν υποτεθεί ότι θέλουμε πραγματικά να τον βρούμε.
Θα ρωτήσετε τώρα: «Κι αν δεχτούμε ότι η γριά ξέρει τον εχθρό, σημαίνει πως κατέχει και τον τρόπο να τον αντιμετωπίσει;» Απαντώ όχι, αλλά προχωρώ τον ίδιο συλλογισμό: «Μπορούν όμως να τον αντιμετωπίσουν αυτοί που δεν τον ξέρουν καν;»  Βεβαίως, κανένας μας δεν είναι τόσο υπερβατικός ώστε να πιστεύει ότι η οικονομική κρίση δεν θα αντιμετωπιστεί με αγιασμούς και ευχέλαια. Είδατε όμως πως κι η γριούλα, παρά την αναμφισβήτητη πίστη της, είχε επίγνωση των περιορισμών. Ευχέλαιο για τη χώρα δεν ζήτησε, μόνο για το σπίτι της. Ίσως γιατί η έσχατη γραμμή άμυνας δεν είναι η εθνική οικονομία (χαμένη μάχη αυτή), αλλά η ψυχή μας που βρίσκει στερνό καταφύγιο κάτω απ’ τη στέγη της εστίας. Κι αν κάποιοι υποστηρίξουν ότι στην οικονομία δεν χωρούν θεωρίες συνομωσίας με εχθρούς, φίλους, αγίους και διαβόλους, δεν δέχομαι την παραμικρή συζήτηση για το γεγονός ότι αυτή η κρίση έχει στείλει στρατιές δαιμόνων εναντίον της ψυχής και της ανθρώπινης συνείδησης μας. Κοιτάξτε γύρω σας…
Έφυγα από την αυλή της κυρίας Ηρακλείας σκεπτικός. Και προχωρώντας στα σοκάκια του χωριού, μού ήρθε στο νου ένα δειλινό του Ιούλη του 1968 στον ίδιο ακριβώς τόπο, με μια αντίστοιχη γριούλα. Ήμουν μόλις επτά χρονών και κείνο το βράδυ έφτασε στο χωριό μας το ρεύμα. Δε θυμάμαι μεγαλύτερη γιορτή στην παιδική μου ηλικία. Ήταν η στιγμή που καταργήσαμε το λύχνο με το λάδι, τη λάμπα με το πετρέλαιο και το λουξ στο καφενείο με τα οποία είχαμε γεννηθεί. Οι ηλεκτρολόγοι είχαν περάσει από καιρό, είχαν βάλει λάμπες στα δωμάτια και τις αυλές, ενώ από την απέναντι πλαγιά όλο και πλησίαζε η ευλογημένη γραμμή των ξύλινων στύλων της ΔΕΗ που θα μάς έφερνε τη νέα ζωή. Εκείνο το βράδυ, όλοι οι διακόπτες ήταν ανοιχτοί. Και στις 8.30 ακριβώς, το χωριό μας άστραψε όπως δεν είχε αστράψει ποτέ από γεννήσεως κόσμου. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Χειροκροτήματα, φωνές, σφυρίγματα, γέλια, πυροβολισμοί, ουρλιαχτά γέμισαν την ατμόσφαιρα. Γιορτάζαμε την είσοδο μας σ’ έναν νέο κόσμο, πιο εύκολο, πιο ξεκούραστο. Γιορτάζαμε την ένταξη μας στον πολιτισμό. Καταλήξαμε όλοι μέσα σ’ ένα παραλήρημα ευτυχίας στην πλατεία όπου στήθηκε γλέντι τρικούβερτο. Μεζέδες, τσικουδιές, κρασιά, χοροί, τραγούδια…χαμός.
Και τότε ξαφνικά, είδαμε μια γριά που το σπιτάκι της είχε πρόσοψη στην πλατεία, να βγαίνει έξω κουκουλωμένη με το τσεμπέρι της, κρατώντας ένα μικρό θυμιατήρι που σκόρπιζε παντού την ευωδιά του λιβανιού.
Άρχισε να μάς λιβανίζει ψέλνοντας δυνατά. Ήταν τόσο παράταιρη η εικόνα μιας γερόντισσας να θυμιατίζει ανάμεσα σε εκατό μεθυσμένους, που έγινε χαμός κυρίως απ’ τους νεότερους και τα παιδιά που δεν διακρίνονται για το σέβας τους. «Κουζουλάθηκε η Αντωνάκενα!» φωνάζαμε. «Θαρρεί πως είναι σε κηδεία». Κάποιες γυναίκες την σταματήσανε και τη ρωτήσανε γιατί το κάνει αυτό:
-  «Αυτός ο διάολος ήρθε απ’ έξω και τον βάλαμε μέσα στα σπίτια μας» απάντησε η γριά. «Που ξέρω εγώ τι είναι; Γι’ αυτό θυμιάζω».
- «Δεν είναι διάολος» της απάντησαν γελώντας. «Το ρεύμα είναι. Είναι καλό. Μην το φοβάσαι. Θα βλέπουμε τα βράδια. Θα πάρουμε και ψυγεία να μη χαλάνε τα φαγητά.»
-  «Αν είναι καλό, ένα λιβάνισμα δεν το βλάφτει» απάντησε αυτή στωικά. «Αλλά τόσο φως, δε κάνει καλό. Διώχνει τις ψυχές απ’ τις γωνιές του σπιτιού. Που θα πάνε τώρα αυτές;»
Γελάσαμε άλλη μια φορά και τη βάλαμε στο σπιτάκι της. Τι ψυχές και αηδίες τώρα, μέσα στη μεγάλη γιορτή της προόδου… Όμως η γριά Αντωνάκενα, μέσα από την απλότητα του μυαλού της είχε δει και τότε τον εχθρό. Του κόσμου της ίσως, αλλά τον είχε δει. Και μη σπεύσετε να πείτε ότι είμαι εναντίον του ηλεκτρισμού ή της προόδου. Τα ξέρω όλα. Και τα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης, και τα διεθνή εμπόρια, και τις μετακινήσεις κεφαλαίων, και το αναπόφευκτο της επιβίωσης μας μαζί τους. Τον εχθρό ψάχνω κι εγώ, μήπως στη συνέχεια (δια της ατόπου) αντιληφθώ και κανέναν φίλο…


Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Η σκευωρία του εθνικού νομίσματος και το σαμποτάζ στη Δημοκρατία.

Μια ιστορία γεωπολιτικού ενδιαφέροντος με επίκεντρο την Ελλάδα του 2017. 
Αργά το μεσημέρι ο Πρωθυπουργός μιας χώρας της ευρωζώνης που έχει υποστεί τις συνέπειες μιας πολυετούς οικονομικής κρίσης είναι μόνος του στο γραφείο του.
(...)
Όπως βεβαιώνουν άνθρωποι που γνωρίζουν, ο πρόεδρος συχνά βυθίζεται στη μελέτη των δημοσκοπήσεων, όπως άλλωστε έκανε πάντοτε. Ο Πρωθυπουργός, εκτός από επικεφαλής της κυβέρνησης, είναι ένας από τους πιο προσεκτικούς και εύστοχους αναλυτές δημοσκοπήσεων στη χώρα αυτή. 
«Ο πρόεδρος αντιλαμβάνεται την ποιοτική διάσταση των ποσοτικών δεδομένων», 
(...) 
Η αντίληψη των συσχετισμών και των αλληλεπιδράσεων είναι εκείνη που του προσφέρει ένα χρήσιμο συγκριτικό πλεονέκτημα. Ως εκ τούτου, μάλλον πλανώνται όσοι φαντάζονται έναν Πρωθυπουργό σε απόγνωση να διαβάζει έντρομος τα υπό κατάρρευση ποσοστά πρόθεσης ψήφου του κόμματός του – ενός αριστερού συνασπισμού πολιτικών ομάδων, ορισμένες από τις οποίες είναι κομμουνιστικές και αναρχικές και έχουν διακριθεί στη συστηματική δολιοφθορά της αστικής δημοκρατίας μέσα από την υποδαύλιση της αγανάκτησης και τις επιθέσεις σε κτίρια - σύμβολα. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρωτεύουσα της χώρας αυτής διανύει την πιο ήρεμη περίοδο αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από το κόμμα αυτό, σαν η αύξηση της φτώχειας να ήταν αυτό που ήθελαν οι «κατσαρόλες» για να πάψουν να βράζουν από θυμό.
Ήταν όλα αποτέλεσμα, όχι ακριβώς ενός «σχεδίου», αλλά κάτι βαθύτερου από «σχέδιο», μιας κουλτούρας δολιοφθοράς, μιας τεχνογνωσίας ανατροπής βγαλμένης μέσα από τα λενινιστικά εγχειρίδια της εξαπάτησης των μαζών, μιας μεθόδου και με τα χρόνια, από γενιά σε γενιά, έγινε τρόπος σκέψης. Γιατί το καλύτερο σχέδιο είναι να γίνεις εσύ το σχέδιο...
Το κόμμα αυτό, λοιπόν, έχει σχεδόν εκπληρώσει την αποστολή του και δεν είναι πια ο σκοπός, είναι απλώς ένα από τα μέσα, το κυριότερο μέσο, για την επίτευξη του μεγαλύτερου, του ιστορικού σκοπού.
Διότι εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει σήμερα τον Πρωθυπουργό δεν είναι το ποσοστό του κόμματός του, αλλά η πολιτική συμπεριφορά του μεγάλου μπλοκ του «ΟΧΙ στην Ευρώπη», όλων εκείνων οι οποίοι στο πρόσφατο παρελθόν αποδοκίμασαν την Ευρώπη χωρίς να υποψιάζονται ότι κάποιοι τους οδήγησαν χαιρέκακα ως εκεί υπονομεύοντας κάθε οικονομική θεραπεία και σαμποτάροντας συνειδητά και συστηματικά την εφαρμογή του σχεδίου σταθεροποίησης, που θα έφερνε την επιστροφή στην ομαλότητα, όπως αποδείχθηκε ότι συνέβη σε άλλες χώρες που χτυπήθηκαν από την κρίση. Υπονόμευσαν τη θεραπεία για να δυναμώσουν την ασθένεια που τώρα είναι έτοιμη να πνίξει τη Δημοκρατία.
(...)
Κατ’ αναλογία, οι πολιτικοί αντίπαλοι του Πρωθυπουργού κινδυνεύουν να συνειδητοποιήσουν μόνο όταν θα είναι πολύ αργά ότι η κύρια πολιτική μέριμνα του αντιπάλου τους δεν είναι η προκήρυξη εκλογών για να τους χαρίσει την εξουσία, αλλά να αυξάνει το ποσοστό των ψηφοφόρων του ΟΧΙ στην Ευρώπη. Να εξασφαλίζει ότι το μεγάλο αυτό «μπλοκ», όσο κι αν τον κατακρίνει, όσο κι αν έχει θυμώσει μαζί του, δεν έχει φτάσει ακόμα στο οριακό σημείο ώστε να τον απορρίψει.
Ο Πρωθυπουργός διακρίνεται από κομουνιστική συγκρότηση και ιδιοσυγκρασιακή αντιπαλότητα απέναντι στη Δύση και στην Ευρώπη. Δεν είναι όμως ένας ανόητος μονομανής έτσι ώστε να διατυμπανίζει τις εμμονές του και να γίνεται γραφικός. Είναι ένας ευγενικός και ευέλικτος πολιτικός με ανεπτυγμένη αίσθηση της σωστής χρονικής στιγμής. Δεν συμφωνεί καθόλου με τη φυσιογνωμία της δυτικής αστικής δημοκρατίας, κι ενώ δεν το λέει, συχνά φροντίζει να το δείχνει. Για παράδειγμα, η είδηση δεν θα έπρεπε να είναι ότι ορισμένοι κομμουνιστές θεατές μιας πολιτικά φορτισμένης παράστασης αποδοκίμασαν τον Πρωθυπουργό όταν προσήλθε στο θέατρο αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά. Η είδηση έπρεπε να ήταν ότι από όλες τις θεατρικές παραστάσεις ο Πρωθυπουργός επέλεξε να αρχίσει τη νέα χρονιά με ένα έργο που αφορά τη ζωή του ιστορικού κομμουνιστή ηγέτη που περισσότερο από κάθε άλλη προσωπικότητα της δεκαετίας του ’40 επέμενε στη ρήξη και έσυρε τη χώρα του στον πιο σκληρό, απάνθρωπο και αιματηρό Εμφύλιο Πόλεμο στην ιστορία της. Του ανθρώπου που ζητώντας διαρκώς από τη Μόσχα να υποστηρίξει τις στρατιωτικές δυνάμεις του με στόχο την επιβολή κομμουνιστικού καθεστώτος.
Ο νεότερος πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας αυτής, σχεδόν 70 χρόνια μετά από τη λήξη αυτού του Εμφυλίου Πολέμου δείχνει έναν γνήσιο πολιτικό θαυμασμό για τον κομμουνιστή ηγέτη του Εμφυλίου, σαν να θέλει να είναι κληρονόμος της σκέψης ενός ανθρώπου που τελικά αυτοκτόνησε απομονωμένος στη Σιβηρία. Ο νέος αυτός πολιτικός δείχνει σαν να πιστεύει στην λεγόμενη «παράλληλη ιστορία», σαν να συμπλέει με το ρεύμα όλων εκείνων που πίστεψαν ότι ο Εμφύλιος δεν τελείωσε στο τέλος της δεκαετίας του ‘40. Δεν είναι «τρέλα».Οι ιδεολογίες, ακριβώς όπως οι θρησκείες, ταξιδεύουν στο χρόνο και μεταδίδονται σαν να είναι ξενιστές που αναζητούν νέα μυαλά για να διαμορφώσουν. Στη δεδομένη περίπτωση, οι ηττημένοι του Εμφυλίου μεταλαμπάδευσαν τις ιδέες τους στην επόμενη και στη μεθεπόμενη γενιά, στα παιδιά που γεννήθηκαν τις δεκαετίες του ’50 και του ’70, στη «γενιά των δράκων», για να χρησιμοποιήσουμε ένα νοητικό σχήμα βετεράνου στελέχους του κυβερνητικού κόμματος που είναι γονέας ενός από τους «δράκους», δραστήριου στην προπαγάνδα και αρχιτέκτονα της στρατηγικής του κόμματος.
(...)
Αμφιβολία δεν υπάρχει ότι το μίσος που εκδηλώθηκε στο ρήγμα ανάμεσα στα μεγάλα μπλοκ του «Ναι» και του «Όχι» στην Ευρώπη είναι προγενέστερο της κρίσης καθώς συνδέεται με τους θεμελιώδεις μύθους για το ρόλο των ξένων δυνάμεων και των εγχώριων πολιτικών παρατάξεων. Όμως η χειροτέρευση της οικονομίας το όξυνε ακόμα περισσότερο. Ίσως γι’ αυτό η κυβέρνηση επιστρατεύει κάθε πρόσχημα προκειμένου να αποτρέψει την επιστροφή στην οικονομική ομαλότητα. Η οικονομική ομαλότητα αποδυναμώνει τον Πρωθυπουργό, τον επικεφαλής εκφραστή της «παράλληλης ιστορίας». Γι’ αυτό παριστάνει ότι την επιδιώκει την ίδια ώρα που την υπονομεύει. Αν αποκατασταθεί η οικονομική ομαλότητα τότε η κοινωνία, που πάντα θα είναι δυσαρεστημένη από την πραγματικότητα, θα στραφεί εναντίον του και θα τον αντικαταστήσει. Έτσι λειτουργούν οι Δημοκρατίες. Ενώ η οικονομική καχεξία και η θεσμική διάλυση μπορεί πάντοτε να ερμηνευτεί ως το έργο όλων εκείνων που «μας οδήγησαν ως εδώ».Και έτσι η Δημοκρατία, εγκλωβισμένη σε λούπα, αναπαράγει το ίδιο αδιέξοδο. Γι’ αυτό κάθε ημέρα στη χώρα αυτή μοιάζει με την ημέρα της μαρμότας, μια ημέρα που οι πολίτες είναι αναγκασμένοι να ζουν κάθε μέρα, ξανά και ξανά ... 
Κατά συνέπεια, όσοι επιμένουν να ερμηνεύουν τον Πρωθυπουργό ως ένα ακόμα ηγέτη έτοιμο να συρθεί σε εκλογές απόδρασης και ήττας, το κάνουν γιατί διακρίνονται από μια λειτουργική αδυναμία να σκεφτούν με βάση την παράλληλη λογική της Αριστεράς που ηγείται σήμερα όλων των συνιστωσών του διακομματικού αντιδυτικού συνασπισμού. Δεν συμφέρει αυτόν τον συνασπισμό κανένας συμβιβασμός, γι’ αυτό κάθε περίοδος ηρεμίας είναι πρόσκαιρη, ένας ελιγμός για να συνεχιστεί αργότερα ο ίδιος πόλεμος. Όσοι παρακολουθούν προσεκτικά τον λόγο του Πρωθυπουργού διακρίνουν τη «διπλή γλώσσα» που επαναλαμβάνεται μονότονα εγκλωβίζοντας μια ολόκληρη χώρα σε ένα προσχεδιασμένο αδιέξοδο: Δηλώνει πάντοτε ότι είναι έτοιμος να συζητήσει τα πάντα για να εξασφαλίσει συμφωνία με τους δανειστές υπό την προϋπόθεση ότι θα αναθεωρήσουν τις θεμελιώδεις εκτιμήσεις τους (!). Αμέτρητες φορές έχει επαναληφθεί αυτό το τέχνασμα. Και κάθε φορά τα μέσα ενημέρωσης πέφτουν στην ίδια παγίδα: «Έτοιμος να δώσει τα πάντα για συμφωνία ο Πρωθυπουργός», λένε. Δεν μπορούν να διανοηθούν ότι απευθύνεται στους δανειστές λέγοντας το ακριβώς αντίθετο: «Θα συζητούσα τα πάντα, μόνο αν συμφωνούσατε μαζί μου». Μα αν συμφωνούσαν μαζί του, τότε δεν θα χρειαζόταν καμία συζήτηση. Η αντίφαση βρίσκεται πάντοτε στον πυρήνα κάθε εξαπάτησης. 
(...)
Ας είμαστε, λοιπόν, σαφείς. Ο Πρωθυπουργός αυτής της χώρας, όπως όλα δείχνουν, προετοιμάζει τις συνθήκες για ένα δημοψήφισμα για το ευρώ. Για τον Πρωθυπουργό το σχέδιο σταθεροποίησης δεν είναι ένα ορθολογικό οικονομικό μοντέλο, αλλά ένας «νεοφιλελεύθερος μηχανισμός» επιβολής της εξουσίας των διεθνών κέντρων ισχύος στους λιγότερο ισχυρούς λαούς. Και ο ίδιος, ως φορέας μιας «κουλτούρας αντίστασης» δεν μπορεί παρά να σαμποτάρει αυτόν τον «μηχανισμό». Γιατί αν ο μηχανισμός αυτός πετύχει να επαναφέρει την ευημερία, τότε θα απειληθεί η διαστρεβλωμένη πραγματικότητα που με κόπο και χρόνο η Αριστερά έχει θεμελιώσει στη χώρα αυτή ως κυρίαρχη αντίληψη. Επομένως, σε όσους νομίζουν ότι η κυβέρνηση «έχει συμβιβαστεί», η απάντηση έχει δοθεί: «Ο συμβιβασμός που κάναμε δεν θυμίζει τον συμβιβασμό στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου γιατί τότε παρέδωσαν τα όπλα, ενώ σήμερα δεν παραδώσαμε τα όπλα γιατί τα όπλα είναι η εξουσία», έχει πει πολλές φορές κορυφαίος υπουργός, ένας από τους αστραφτερούς αριστερούς «καπετάνιους», που έγινε γνωστός όταν υποστήριξε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι η βία και η ανυπακοή σε ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης προβλέπονται από το Σύνταγμα (!) ενώ χαρακτηρίζεται για τη μάλλον υπερβολική του αυταρέσκεια, τη γαλλική κώμη και τα κουφετί κοστούμια.
Η εξουσία, λοιπόν, ως όπλο, προφανώς όχι για την εφαρμογή, αλλά για την ανατροπή του προγράμματος, όχι για την αναστήλωση, αλλά για την ανατροπή του αστικού χαρακτήρα του πολιτεύματος και κατ’ επέκταση για την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών, αλλά και των πολιτικών θεσμών που συνδέονται με την περιφρούρηση της ευρωπαϊκής προοπτικής. Και βέβαια, ουδείς ταράζεται που το ερμηνευτικό πλαίσιο ενός Εμφυλίου Πολέμου, όχι μόνο επιβιώνει, αλλά προσδιορίζει την πολιτική διαπάλη τρεις γενιές μετά το τέλος του.
Οι προσεκτικοί αναλυτές, που διστάζουν να μιλήσουν δημόσια, διακρίνουν ότι η Αριστερά διεκδικεί αυτή τη ρεβάνς μέσα από την εφαρμογή μιας πολύ παλιάς και ξεχασμένης συνταγής. Εφαρμόζει ξανά τη στρατηγική του 1941, το στρατηγικό σχέδιο της Μόσχας για την αναχαίτιση του ναζισμού.
(...)
Ο Πρωθυπουργός είχε την ιδεολογική ευελιξία να μην ορθώσει ένα «αντιδεξιό» μέτωπο που θα τον εγκλώβιζε σε βέβαιο αδιέξοδο, αλλά να αναλύσει τη Δεξιά σε συνιστώσες και να επιχειρήσει να διαμορφώσει παράλληλα μοντέλα συμπόρευσης, ανοχής ή συνεργασίας με την καθεμία από τις συνιστώσες αυτές. (...) Το αποτέλεσμα είναι μεγάλα τμήματα της Δεξιάς, τόσο του στελεχιακού δυναμικού, όσο κυρίως του ίδιου του απλού λαού να είναι ναρκωμένα, ανενεργά και ανυποψίαστα για τον απώτερο σκοπό του Πρωθυπουργού.
Η σταθερή συμμαχία του Πρωθυπουργού με προσωπικότητα της εθνικιστικής δεξιάς και το μικρό ρωσόφιλο και παλαιοημερολογίτικο κόμμα στο οποίο ηγείται, η συμπόρευση με την παραδοσιακή δεξιά με διαμεσολαβητή τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας καθώς και οι σχέσεις ανοχής, αλληλοκατανόησης και αλληλοβοήθειας με την ακροδεξιά δεν ήρθαν τυχαία. Επιτεύχθηκαν μέσα από πολλές επαφές και συνεννοήσεις πολλών ετών. Ο Πρωθυπουργός, λοιπόν, δεν είναι ένας «αποτυχημένος πρωθυπουργός», όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν όσοι αφήνουν την αντιπάθεια που αισθάνονται για το πρόσωπό του να θολώνει την κρίση τους. Αντιθέτως είναι μάλλον ένας από τους πιο επιτυχημένους πρωθυπουργούς στην υλοποίηση του σχεδίου του. Με τον τρόπο που κυβερνά πλάθει και ενδυναμώνει την κοινή γνώμη που χρειάζεται για να επιτύχει κάτι που πολλοί μπορεί να χαρακτηρίσουν ως «αλλαγή καθεστώτος» ή «μετάλλαξη της Δημοκρατίας».
Τι σχέση έχει το εθνικό νόμισμα με ένα τέτοιο σχέδιο; Πώς συνδέεται η νομισματική αλλαγή με το τέλος της Δημοκρατίας όπως την ξέρουμε; Το εθνικό νόμισμα είναι το «κλειδί» για τη μετάλλαξη της Δημοκρατίας η οποία πραγματοποιείται σε τρία βήματα: Το πρώτο βήμα είναι το σαμποτάζ στο πρόγραμμα σταθεροποίησης έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η ασφυξία στην οικονομία. Το δεύτερο βήμα είναι να αποδοθούν οι ευθύνες της αποτυχίας στην Ευρώπη με σκοπό να αυξηθεί το ποσοστό όσων επιθυμούν την αποκόλληση της χώρας από τους θεσμούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το τρίτο βήμα είναι η νομισματική μεταβολή και η αξιοποίηση του σοκ της φτώχειας που θα προκαλέσει για να μετεξελιχθεί η κυβερνητική εξουσία σε ένα νέο καθεστώς το οποίο με πρόσχημα την αναστήλωση της «εθνικής αξιοπρέπειας» θα λογοκρίνει και θα περιθωριοποιήσει όλους εκείνους που θα διεκδικούν την αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας.
Τα δύο πρώτα βήματα έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί. Οι κύριοι πυλώνες αυτής της κυβέρνησης δεν πιστεύουν στη Δημοκρατία, αλλά σε μια «άλλη Δημοκρατία» που βαφτίζουν «πραγματική» (σε αντίθεση με την «αστική Δημοκρατία» που θεωρούν ότι είναι πλαστή και ψευδεπίγραφη). Επειδή όμως δεν μπορούν να ταχθούν ανοιχτά κατά της Δημοκρατίας, τάσσονται κατά της Ευρώπης γιατί ξέρουν ότι σπρώχνοντας την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη επιτυγχάνουν την ανατροπή της αστικής Δημοκρατίας. Δεν είναι κεραυνός εν αιθρία αυτό που συμβαίνει. Πολλοί είχαν προειδοποιήσει ότι το μνημόνιο μπορεί να υπονομεύσει τη Δημοκρατία. Ελάχιστοι όμως είχαν προβλέψει τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα γινόταν. Όλες οι παρατάξεις φρόντισαν επί δεκαετίες ώστε ο ελληνικός τρόπος σκέψης να υπαγορεύει ότι η Αριστερά δεν έχει καμία σχέση με τον ολοκληρωτισμό. Πρόκειται για μια μοναδική διαφοροποίηση σε σχέση με ό,τι πιστεύουν οι ευρωπαίοι πολίτες σχεδόν σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη.
Στο πλαίσιο αυτό η κατηγορία της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση ότι «δεν διαπραγματεύεται» είναι άτοπη γιατί η κυβέρνηση – αλλά και κάθε κυβέρνηση και κάθε αντιπολίτευση – ξέρει πολύ καλά ότι δεν υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης απέναντι στα αριθμητικά μεγέθη. Το πρόγραμμα δεν χρειάζεται «διαπραγμάτευση». Χρειάζεται εφαρμογή. Επίσης, είναι λάθος να κατηγορούνται οι κυβερνητικοί ότι «λαϊκίζουν» ή ότι «φοβούνται να πάρουν μέτρα». Οι κυβερνητικοί δεν φοβούνται να πάρουν μέτρα (και το απέδειξαν όταν έπρεπε να πραγματοποιήσουν τον στρατηγικό ελιγμό τους...), ούτε λαϊκίζουν με την συνήθη πολιτική έννοια. Μεθοδεύουν απλώς τον αποκλεισμό της χώρας από την Ευρώπη και την εκμετάλλευση της έκρηξης που θα προκληθεί για την ενεργοποίηση έκτακτων θεσμικών μέτρων... Η νίκη του εθνικού νομίσματος σε ένα δημοψήφισμα θα ανοίξει το δρόμο για εθνικές εκλογές - εξπρές, που θα επικυρώσουν τη διάλυση μιας ήδη ηττημένης αντιπολίτευσης και θα σφραγίσουν την επιβολή μονοκρατορίας.
Επομένως, ο Πρωθυπουργός δεν μπορεί να ερμηνευτεί μονοδιάστατα ως πρόεδρος ενός αριστερού κυβερνητικού κόμματος, αλλά ως επικεφαλής της εθνικοπατριωτικής και αντιδυτικής παράταξης που αποτελείται από συνιστώσες μέσα σε όλες τις παρατάξεις. Μια διακομματική παράταξη που θα συνεχίσει να ενισχύεται για όσο καιρό υπάρχει ένας Πρωθυπουργός που οξύνει την κρίση. Και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο η κρίση δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί από αυτή την κυβέρνηση. Η όξυνση της κρίσης – θα το επαναλάβουμε – μοιάζει με προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του κυβερνητικού σχεδιασμού. Γι’ αυτό ο λαός μπορεί να εγκαταλείπει ένα κυβερνητικό κόμμα επειδή «δεν μπορεί να κυβερνήσει», όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που καθησυχάζουν όσους τις διαβάζουν επιφανειακά, αλλά πυκνώνει ταυτόχρονα τις τάξεις του μπλοκ που επιθυμεί επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, αρχηγός του οποίου έχει κατορθώσει να είναι ο ηγέτης του κόμματος που «δεν μπορεί να κυβερνήσει».
Αν ισχύει η προτροπή του Χέγκελ ότι στην πολιτική πρέπει να εντοπίσεις το παράδοξο, αυτό είναι το κεντρικό παράδοξο που ερμηνεύει την σημερινή πολιτική πραγματικότητα στη χώρα αυτή, η οποία μάλιστα θα ιδρύσει και διαστημική υπηρεσία, ίσως για να διευκολυνθεί η μετανάστευση σε αφιλόξενους πλανήτες όλων όσοι θα διεκδικήσουν για τον εαυτό τους το ανθρώπινο δικαίωμα να ζήσουν υπό συνθήκες καλύτερες εκείνων που θα επικρατούν στη χώρα τους.
(...)
«Αν γίνουν εκλογές την άλλη Κυριακή φυσικά θα κερδίσει το μεγάλο κόμμα της Κεντροδεξιάς», λέει πρόσωπο που συμμετέχει στη συζήτηση, για να συμπληρώσει με νόημα: «Αλλά το μυστικό είναι ότι δεν θα γίνουν εκλογές την επόμενη Κυριακή».
Το μυστικό είναι ότι το κλειστό κυβερνητικό επιτελείο δεν προετοιμάζει εκλογές, αλλά ένα δημοψήφισμα με καθαρό ερώτημα την έναρξη διαπραγμάτευσης για την αποχώρηση από την ευρωζώνη, ακριβώς στο πρότυπο του Brexit. Ας δούμε λοιπόν αν μπορεί να γίνει αυτό το δημοψήφισμα, (δηλαδή αν είναι «συνταγματικό»), ποιες είναι οι ενδείξεις ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός πράγματι ετοιμάζεται για κάτι τέτοιο και πόσο αξιόπιστες είναι αυτές οι ενδείξεις, ποια είναι η άποψη των ξένων δυνάμεων, που πάντοτε επενεργούν στη χώρα αυτή, ποια μπορεί να είναι τα επακόλουθα της προκήρυξης ενός δημοψηφίσματος, ποιες είναι οι πιθανότητες να επικρατήσει η λύση της εξόδου και, τέλος, ποια θα είναι εκείνα τα αποτελέσματα, πολιτειακά, εθνικά και οικονομικά σε περίπτωση που επικρατήσει σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα η άποψη ότι θα πρέπει να αρχίσει μια διαπραγμάτευση για την αποχώρηση από την ευρωζώνη.
Όσο κι αν δυσαρεστούνται πολλές και πολλοί, κυρίως κεντροαριστεροί επιφανείς της επιστήμης και του στοχασμού, ένα δημοψήφισμα για το ευρώ δεν θα κριθεί στις επιστημονικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των συνταγματολόγων για το αν είναι ή όχι συνταγματικό. Ακολουθεί πραγματικός διάλογος μεταξύ εραστών του συνταγματικού λόγου:
- Δεν μπορεί να γίνει δημοψήφισμα για το ευρώ.
- Γιατί δεν μπορεί να γίνει;
- Το απαγορεύει το Σύνταγμα.
- Πώς ακριβώς το απαγορεύει το Σύνταγμα;
- Η συμμετοχή στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αποκρυσταλλώνεται σε άρθρο του Συντάγματος.
- Ναι, αλλά το ευρώ δεν μπορεί να θεωρείται ως αναπόσπαστο τμήμα αυτού που αποκαλούμε «Ευρωπαϊκή Ένωση».
- Γιατί;
- Γιατί πολλές χώρες της ΕΕ λειτουργούν με το εθνικό τους νόμισμα.
Κατά συνέπεια ένας Πρωθυπουργός που αρέσκεται στα πολιτειακά πειράματα μάλλον δεν περιορίζεται από κάποιο «συνταγματικό φρένο» για την προκήρυξη ενός δημοψηφίσματος για το εθνικό νόμισμα. Το μόνο φρένο θα ήταν η προσωπικότητα και οι απόψεις του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο συγκεκριμένος Πρόεδρος όμως δεν έχει επιβάλλει «κόκκινες γραμμές» στον Πρωθυπουργό
(...)
«Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι καλός, αλλά έχει ένα πρόβλημα», λέει άνθρωπος που τον συμπαθεί. «Δεν ξέρει να λέει όχι». Κάπως έτσι, μη μπορώντας να πει όχι, στήριξε κάποτε ακόμα και το «όχι» στην Ευρώπη...
(...)
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της χώρας αυτής λοιπόν, πλέον ως «θεσμικός Θησέας», όχι μόνο δεν θα εμποδίσει ένα δημοψήφισμα για το ευρώ, αλλά δεν είναι καθόλου απίθανο να συνεργάζεται ήδη με τον Πρωθυπουργό για την προετοιμασία του. Δεν υποψιάζεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ότι σχεδόν 10 χρόνια μετά την εγκατάλειψη της πρωτεύουσας (και άρα των εννοιών και των συμβόλων της αστικής δημοκρατίας) στα χέρια των δυνάμεων της ρεβάνς είναι έτοιμος τώρα να διευκολύνει και την πυρπόληση ολόκληρης της χώρας. Αποφεύγει να αντιληφθεί ότι ο πραγματικός Μινώταυρος είναι ο κυβερνητικός συνασπισμός αριστερών και δεξιών και η θέση στην Ευρώπη το θύμα που ορέγεται να κατασπαράξει.
Ο τελευταίος ανασχηματισμός ήταν στοχευμένος για να εξασφαλίζει την παράταση της υποστήριξης του πατριωτικού τόξου προς τον Πρωθυπουργό. Οι τέσσερις από τις κύριες συνιστώσες της Δεξιάς, η εθνικιστική, η θρησκευτική, η παραδοσιακή και η ακραία, που σχηματίζουν τη ραχοκοκαλιά της δεξιάς υποστήριξης στο εκκολαπτόμενο καθεστώς, είναι ταυτόχρονα τα «κλειδιά» που ερμηνεύουν πλήρως και τον ανασχηματισμό. Ο ανασχηματισμός έγινε για να ανανεωθεί η συνοχή αυτής της συμμαχίας και να παραταθεί έτσι η απονεύρωση της Δεξιάς. Για παράδειγμα, η θυσία του υπουργού Παιδείας, ενός αριστερού πολιτικού που επιδίωκε τη σύγκρουση με την Εκκλησία μέσα από την αναμόρφωση του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία, έγινε για τον εξευμενισμό του Αρχιεπισκόπου και τη συνέχιση της άτυπης συμμαχίας της Εκκλησίας με την πολιτική εξουσία.
(....)
Το καλύτερο όμως είναι ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας αυτής τοποθέτησε ως υπουργό - τοποτηρητή της οικονομικής ανάπτυξης έναν καθηγητή κολεγίου των ΗΠΑ που είναι θερμός υποστηρικτής του εθνικού νομίσματος στις επιστημονικές δημοσιεύσεις του. Ο εν λόγω κεϋνσιανός οικονομολόγος, σύνδεσμος με προσωπικότητες των ΗΠΑ και συνομιλητής κερδοσκόπων που πρωταγωνιστούν στις διεθνείς αγορές (αλλά και στο τραπεζικό σύστημα της χώρας του υπουργού ...), υποστηρίζει εδώ και χρόνια το λεγόμενο «παράλληλο νόμισμα», ενώ η σύζυγός του, ενεργός αρωγός στις νομισματικές καινοτομίες, ήδη διακονεί την κυβέρνηση στην προσπάθειά της να καταπολεμήσει την ανεργία. Πρόκειται για το «ζευγάρι του εθνικού νομίσματος», που έφερε αέρα Βόρειας Αμερικής σε μια υπόθεση που στόχο έχει να μετατρέψει τη χώρα σε χώρα λατινοαμερικανική, σε μια γκρίζα ζώνη στο άκρο της Ευρώπης.
(....)
Εν κατακλείδι, επάνω στον ανασχηματισμό βρίσκονται τα αποτυπώματα του εθνικού νομίσματος, ενός σχεδίου για μια πιθανή μετάβαση στο εθνικό νόμισμα. Τα δημοψηφίσματα εντάσσονται σε μια τεχνολογία εξουσίας εφαρμοσμένη σε πολλές χώρες και η οποία υπαγορεύει την επιλεκτική ενεργοποίηση δημοκρατικών θεσμών με σκοπό τη χειραγώγηση της Δημοκρατίας και τη δέσμευση της λαϊκής βούλησης σε απλουστευτικές και αγελαίες επιλογές ασύμβατες με τη σύνθετη οργάνωση μιας σύγχρονης κοινωνίας. Στη προκειμένη περίπτωση ένας τέτοιος ανασχηματισμός, εφόσον συμβάλλει στην ενίσχυση της συνοχής του αντιευρωπαϊκού και αντιδυτικού διακομματικού τόξου του «ΟΧΙ» στην Ευρώπη, ασφαλώς υπηρετεί περισσότερο έναν σχεδιασμό δημοψηφίσματος, παρά μία πρόθεση εκλογών. Οι εθνικές εκλογές είναι αντίθετες με την εφαρμοζόμενη πολιτική ενίσχυσης των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων. Σε μια κάλπη εθνικών εκλογών οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις θα μοιραστούν σε όλα τα κόμματα και θα διασπαστούν, αλλά σε μια κάλπη δημοψηφίσματος θα ενωθούν σε μία κοινή επιλογή. Γι’ αυτό οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες υποδεικνύουν ότι στο βάθος βρίσκεται κάλπη δημοψηφίσματος και όχι εκλογών.
Ποιος είναι ο ρόλος της «παραδοσιακής συνιστώσας» της Δεξιάς σε αυτό το αριστερό σχέδιο; Η παρατεταμένη πολιτική αφωνία ενός πρώην Πρωθυπουργού και ιστορικού κληρονόμου του κυρίαρχου κόμματος της Δεξιάς, η αφωνία η δική του αλλά και όλων των πολιτικών φίλων του, η παρασκηνιακή προθυμία του Προέδρου της Δημοκρατίας να συνδράμει την κυβέρνηση ως χειροτέχνης νομοσχεδίων, αλλά και η άνεση με την οποία συμμετέχει στην «κυβέρνηση της Αριστεράς» για να χειρίζεται ευαίσθητα ζητήματα δικαιοσύνης μια προσωπικότητα που υπήρξε επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών στην κυβέρνηση του δεξιού πρώην πρωθυπουργού της προηγούμενης δεκαετίας, επιβεβαιώνουν ότι η παραδοσιακή συνιστώσα της Δεξιάς είναι ένας εμφανής, δραστήριος και ιδιαίτερα αποτελεσματικός εταίρος του Πρωθυπουργού της Αριστεράς. Η επικοινωνία τους είναι διαρκής, αλλά δεν είναι πάντα ειλικρινής. Σε προηγούμενο δημοψήφισμα ο νυν πρωθυπουργός είχε παραπλανήσει τον πρώην. Ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στις δύο προσωπικότητες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε διαβεβαιώσει τον πρώην Πρωθυπουργό ότι δημοψήφισμα δεν πρόκειται να προκηρυχθεί. Νωρίς το απόγευμα όμως μιας βροχερής καλοκαιρινής Παρασκευής σχηματίστηκε στην οθόνη του κινητού του πρώην πρωθυπουργού το όνομα του υπουργού Εθνικής Υπερηφάνειας, ηγέτη του έτερου κυβερνητικού εταίρου.
- Πρόεδρε, ανακοινώνουμε δημοψήφισμα για τη συμφωνία.
- Τι είναι αυτά που λες; Ο δικός μας (Σσ.: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας) με διαβεβαίωσε πριν από λίγο ότι δεν πρόκειται να γίνει κάτι τέτοιο.
- Άλλαξαν τα δεδομένα. Θα δώσουμε ένα μάθημα στους Ευρωπαίους.
- Θα κάνετε μια πολύ μεγάλη μ..... 
(...)
Προφανώς, σε ένα νέο δημοψήφισμα με ευθύ νομισματικό ερώτημα ο 60άρης πλέον πρώην Πρωθυπουργός θα «καθαρίσει» με μια δήλωση υπέρ του ευρώ, αλλά μετά θα περιμένει το εθνικό νόμισμα. Η βέβαιη ισοπέδωση που αυτό θα προκαλέσει (κάτι που ο ίδιος, όπως λένε, με βεβαιότητα έχει προβλέψει...), ενδεχομένως θα του προσφέρει περισσότερες ελπίδες για κάποιου είδους επιστροφή, ίσως ως πρόεδρος της Δημοκρατίας το 2020. Κατά βάθος δεν πιστεύει ότι ο «μικρός» (όπως αποκαλεί τον νυν πρωθυπουργό) θα παραμείνει για πολύ ακόμα στην εξουσία, ακόμα κι αν κερδίσει αυτό το δημοψήφισμα. Οι «κουρασμένοι» του παρελθόντος θα επιστρέψουν ξεκούραστοι για να διαχειριστούν τα συντρίμμια του εθνικού νομίσματος. Έτσι θέλουν να πιστεύουν. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο συμβολισμός της πλέον παραδοσιακής οικογένειας της Δεξιάς ως προστάτιδας του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας μάλλον θα πρέπει να ανήκει πλέον οριστικά στο παρελθόν.
Η λογική που οδηγεί έναν ηγέτη να ταξιδεύσει χιλιάδες χιλιόμετρα και να φτάσει στο νησιωτικό κράτος – κάστρο του αντιδυτικισμού στο άκρο του Ατλαντικού Ωκεανού για την κηδεία ενός διεθνούς συμβόλου της Επανάστασης και ο τρόπος σκέψης που τον ωθεί να πληροφορήσει την υφήλιο ότι η μικρή ευρωπαϊκή χώρα του επίσης «έχει δυνάστες» (!) είναι ίδια με εκείνη που τον ώθησε να αναβαθμίσει τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της πατρίδας του ως πρόσφορο κέντρο πρωτοβουλιών για τη διάδοση του αντιευρωπαϊκού μηνύματος. Η ίδρυση Γραφείου Πρωθυπουργού στην πόλη αυτή έγινε για να έχει ο Πρωθυπουργός μια καλή αφορμή για να την επισκέπτεται συχνότερα. Ο στόχος είναι να εδραιωθεί ως η κυρίαρχη προσωπικότητα στην πολιτική ζωή μιας πόλης που χαρακτηρίζεται ως κέντρο της πατριωτικής, της θρησκευτικής, της παραδοσιακής και της εθνικιστικής Δεξιάς.
Παράλληλα, τα δοσίματα στους συνταξιούχους μέσα από τη μοιρασιά ενός τεχνητού πλεονάσματος που παρουσιάστηκε σαν ένα στατιστικό θαύμα μέσα σε μια παραπαίουσα οικονομία εξασφάλισε την επίτευξη δύο σκοπών ταυτόχρονα. Συνέβαλλε στην τόνωση του φιλολαϊκού προφίλ του Πρωθυπουργού την ίδια ώρα που προκάλεσε την αντίδραση των πιστωτών η οποία πυροδότησε με τη σειρά της μια νέα αποδοκιμασία της κοινής γνώμης εναντίον της Ευρώπης. Η κυβέρνηση δεν ρώτησε τους θεσμούς για το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων που επιχείρησε, όχι λόγω αβλεψίας, αλλά ακριβώς για να προκαλέσει το πάγωμα της αξιολόγησης του προγράμματος σταθεροποίησης. Μια τέτοια μονομερή πρωτοβουλία, καθώς δεν εντάσσεται στην συμφωνημένη πρακτική, ήταν βέβαιο ότι θα εξασφάλιζε την αντίδραση των δανειστών και κατ’ επέκταση την ενίσχυση μιας αίσθησης ασφυξίας και αγανάκτησης μέσα στη χώρα που οδηγεί στην πολυπόθητη άνοδο του αντιευρωπαϊσμού.
Εν τω μεταξύ η «ατέρμονη διαπραγμάτευση» για το «κλείσιμο της αξιολόγησης» εξελίσσεται σε ένα ακόμα επεισόδιο του εθνικού θρίλερ που αξιοποιείται για να εξωθηθεί ο κόσμος για μια ακόμα φορά πέρα από τα όρια της ψυχολογικής αντοχής του. Η κοινή γνώμη ενθαρρύνεται να αποδίδει την ευθύνη για το τέλμα και τη σήψη στους Ευρωπαίους που υποτίθεται ότι εκδικούνται τον εγκλωβισμένο, αλλά αδούλωτο λαό. Η κοινή γνώμη εμποδίζεται να διακρίνει ότι το τέλμα και η σήψη οφείλεται στο σαμποτάζ του προγράμματος από την κυβέρνηση που εξελίσσεται απρόσκοπτα κάτω από το μόνιμο πρόσχημα ότι «οι ξένοι απαιτούν μέτρα που δεν μπορούν να εφαρμοστούν».
Αυτό το σαμποτάζ δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τον συστηματικό αποπροσανατολισμό, τον προσεταιρισμό και την απονεύρωση κρίσιμων συνιστωσών της Δεξιάς. Οι «χρήσιμοι ανόητοι» του σήμερα (αυτοί που κατά τον Λένιν είναι ανένταχτοι και ουδέτεροι συνοδοιπόροι...) είναι οι Δεξιοί. Κάπως έτσι ένα αριστερό κόμμα, χάρη στην εκμετάλλευση της οικονομικής κρίσης, φτάνει όλο και πιο κοντά στη «ρεβάνς» μέσα από την εκθεμελίωση του στηρίγματος του φιλελεύθερου αστικού καθεστώτος που είναι η συμμετοχή στην Ευρώπη.
(...)
Η επικαιρότητα είναι πλούσια σε κακούς οιωνούς. Το αντιδυτικό μήνυμα ανυπακοής που εκπέμπει η υποτιμητική κινησιολογία μπροστά στον (πρώην) πρόεδρο της υπερδύναμης, η αποκάλυψη ότι ο Πρωθυπουργός παρακάλεσε προ διετίας ηγέτη μεγάλης χώρας να του εξασφαλίσει την εκτύπωση εθνικού νομίσματος, η πρόσφατη «παραγγελιά» σε νεαρούς για την αποφυγή Χριστουγεννιάτικων καλάντων που ταυτίζονται με το ευρώ (!), η συζήτηση περί εθνικού νομίσματος όταν ανοίγει σε προσυμφωνημένο πλαίσιο από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κυβερνώντος κόμματος, η μυστική πρωθυπουργική επίσκεψη σε ιστορική διεθνή τράπεζα στο Παρίσι συνδεδεμένη επί αιώνες με τη διαχείριση εθνικών χρεών, όλα σχηματίζουν την εικόνα της «αντίστασης» και διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την τελική ρήξη. Σε λιτή ταβέρνα της περιοχής του κέντρου της πρωτεύουσας της πολύπαθης χώρας συντρώγει πολιτικός της αντιπολίτευσης και οικονομολόγος με διεθνή σταδιοδρομία και διασυνδέσεις. Η συζήτηση, που ξεκινά ο οικονομολόγος, είναι αποκαλυπτική:
- Ίσως το ταξίδι στο Παρίσι να είναι ένα πρώτο βήμα για το εθνικό νόμισμα ...
- Τι εννοείς;
- Η διαδικασία μεγάλης περικοπής των μη βιώσιμων κρατικών χρεών γίνεται στο «κλαμπ του Παρισίου».
- Τι είναι αυτό ακριβώς;
- Όταν το ΔΝΤ αποφασίσει ότι ένα εθνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο τότε αναθέτει την υπόθεση στο «κλαμπ του Παρισίου».Το κλαμπ αποτελείται από τις κυρίαρχες δανείστριες χώρες, δηλαδή τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Ιταλία, το Ισραήλ, την Ελβετία και άλλες.
- Και τι κάνουν ακριβώς;
- Το Κλαμπ είναι το παγκόσμιο κουρείο. Το κουρείο του ΔΝΤ. Το έστησαν για να κουρεύει μη βιώσιμα κρατικά χρέη. Το κουρείο έχει τη δικαιοδοσία να κουρεύει μέχρι και το 90% ενός χρέους. Επιβάλλει βέβαια νέα λιτότητα και νέες μεταρρυθμίσεις...
- Και γιατί αυτό σημαίνει απαραίτητα εθνικό νόμισμα;
- Παραβλέπεις αυτό που επαναλαμβάνει συνεχώς ο σκληρός υπουργός της ευρωζώνης. Τι λέει αυτός; «Αν θέλεις κούρεμα, βγες». Με δεδομένο λοιπόν ότι η ευρωζώνη δεν λειτουργεί με περικοπές κρατικών χρεών, παρά μόνο με επιμηκύνσεις αποπληρωμής και μειώσεις επιτοκίων, η προσφυγή στο κλαμπ του Παρισίου περνάει μέσα από την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
- Άρα, αυτός ήταν ο σκοπός του μυστικού ταξιδιού στο Παρίσι;
- Είναι πολύ πιθανό να έγινε μια τέτοια συζήτηση ...
- Και η επίσκεψη σε εταιρεία καλλυντικών;
- Με δεδομένο ότι όπως έχει δηλώσει ο Πρωθυπουργός είμαστε «χώρα - πειραματόζωο», ίσως ενδιαφέρθηκε να μάθει περισσότερα για τα πειράματα στα ζώα...
(...)
Ωστόσο, ο Πρωθυπουργός δεν μπορεί ακόμα να ρισκάρει ένα δημοψήφισμα γιατί το πιθανότερο είναι ότι θα το χάσει. Ο μόνος λόγος που αυτό το δημοψήφισμα, το οριστικό δημοψήφισμα, έχει καθυστερήσει είναι ότι παρά τη συστηματική διαστρέβλωση της πραγματικότητας, παρά το σαμποτάζ στην οικονομία που αυξάνει τη δυσαρέσκεια και την αποδοκιμασία των πολιτών απέναντι στους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς, η υποστήριξη απέναντι στο εθνικό νόμισμα αν τεθεί ευθέως το ερώτημα, δύσκολα αγγίζει αυτή την ώρα το 40%. Γι’ αυτό ο επικεφαλής της κυβέρνησης χρειάζεται μερικές ακόμα δραματικές εβδομάδες ή ακόμα και μήνες μέσα στους οποίους να υποκρίνεται ότι κάνει τα πάντα για την Ευρώπη, αλλά η Ευρώπη για μια ακόμα φορά θα θέλει να τιμωρήσει τον λαό του. Χρειάζεται ο Πρωθυπουργός ένα νέο δράμα, χρειάζεται τη θυματοποίηση της χώρας του για να εξασφαλίσει την περαιτέρω αύξηση της λαϊκής αγανάκτησης και της επιθυμίας για έναν νέο χορό του Ζαλόγγου με τα smartphones στο χέρι. 
Με μια επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ο λαός θα έχει διαμορφώσει τις συνθήκες για ένα ακόμα «αποτυχημένο κράτος» στην ευρύτερη περιοχή – κι αυτό όχι γιατί η κυβέρνησή του θα έχει κάνει λάθος εκτιμήσεις, αλλά γιατί αυτός ακριβώς είναι ο απώτερος στόχος της, ένα τέλειο αποτυχημένο κράτος. Γιατί μόνο στα αποτυχημένα κράτη αναπτύσσονται καθεστώτα που οικοδομούν μια συμβιωτική σχέση με τη φτώχεια και ... «μεγαλουργούν» για πολλά χρόνια. Στις αστικές Δημοκρατίες τα κόμματα εναλλάσσονται συχνά στην εξουσία κι αυτό ασφαλώς δεν αρέσει σε όσους έχουν τη φιλοδοξία να «αλλάξουν τον κόσμο» αφού η «αλλαγή του κόσμου» απαιτεί πολλά χρόνια και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό τους θεσμικούς και χρονικούς περιορισμούς μιας τυπικής δημοκρατικής θητείας. Η ακραία φτώχεια λοιπόν θεωρείται ως η απαραίτητη προϋπόθεση για την αλλαγή του κόσμου διότι μόνο η ακραία φτώχεια έχει το χαρακτηριστικό να παγιδεύει τη Δημοκρατία και να αναστέλλει την ομαλή εναλλαγή στην εξουσία εξασφαλίζοντας τον απαραίτητο χρόνο που χρειάζεται ένας ηγέτης για να «αλλάξει τον κόσμο».
Το παράδειγμα πολλών χωρών σε ολόκληρο τον κόσμο επιβεβαιώνει ότι όσο πιο φτωχή είναι μια κοινωνία τόσο πιο αδύναμη είναι να υποστηρίξει τη Δημοκρατία. Η Δημοκρατία είναι αγαθό των οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών με ευρεία και εύρωστη μεσαία τάξη. Το παραμικρό πλήγμα στη μεσαία τάξη μπορεί να προκαλέσει δυσλειτουργίες στη Δημοκρατία, κάτι που βιώνουν σήμερα, εξαιτίας των προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού υπό συνθήκες τεχνολογικής παγκοσμιοποίησης, ακόμα και οι ισχυρότερες δυτικές χώρες. Πάντως, η μοναδική πιθανότητα να αποτραπεί το δημοψήφισμα για το εθνικό νόμισμα είναι να παραμείνει το ποσοστό όσων επιθυμούν το εθνικό νόμισμα κάτω από το 40 - 45%.Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με αφύπνιση και ενημέρωση της κοινής γνώμης. Προτού η κυβέρνηση αιφνιδιάσει με δημοψήφισμα η αντιπολίτευση οφείλει να την αιφνιδιάσει πρώτη μέσα από την αποκάλυψη των πραγματικών σχεδίων και των συνεπειών τους.
Οι περισσότεροι απλοί οπαδοί του εθνικού νομίσματος είναι μάλλον άδολοι και δεν έχουν υποψιαστεί τίποτα για το σχέδιο που βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν έχουν σκεφτεί ότι το εθνικό νόμισμα είναι ο Δούρειος Ίππος, όχι μόνο για ένα πραξικόπημα με δημοκρατικό μανδύα, αλλά για μια «παρισινή» βόμβα φτώχειας σε κάθε σπίτι καθώς και για την (οριστική;) έκλειψη του δυτικού μεταπολεμικού χαρακτήρα της χώρας. Πολλοί εθελοτυφλούν. Φαντάζονται ότι το εθνικό νόμισμα ισοδυναμεί με την επιστροφή σε μια εποχή πληθωρισμού και πλήρους απασχόλησης, όπως ήταν ο κανόνας για τη μικρή αυτή χώρα επί δεκαετίες. Όμως αυτός ο «κανόνας» είναι μία από τις πολλές παραλλαγές για το πώς επενεργεί σε μια οικονομία ένα εθνικό νόμισμα. Άλλες χώρες έχουν διαφορετικές εμπειρίες με τα εθνικά τους νομίσματα και το πιθανότερο είναι ότι η χώρα αυτή, με την επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα δεν θα επιστρέψει στο δικό της παρελθόν, αλλά θα εισάγει ως δικό της μέλλον το δεινό παρελθόν και το ακόμη χειρότερο παρόν άλλων χωρών που καταδικάζονται από τα καθεστώτα τους να ζουν απομονωμένες από το διεθνές οικονομικό σύστημα.
Αν η εν λόγω χώρα λοιπόν αποχωρήσει από την ευρωζώνη το χρέος της δεν θα διαγραφεί φυσικά, αλλά, όπως είπαμε παραπάνω, θα γίνει αντικείμενο μιας διαπραγμάτευσης των ξένων δανειστών στο Κλαμπ του Παρισίου, πάντοτε υπό την υψηλή εποπτεία του ΔΝΤ, χωρίς οι εκπρόσωποι της χώρας αυτής να βρίσκονται στο τραπέζι παρά μόνο τυπικά. Άλλωστε δεν θα έχουν πολύ χρόνο για διαπραγματεύσεις αφού θα πανηγυρίζουν στα κανάλια επειδή «έδιωξαν το ΔΝΤ».Το χρέος λοιπόν θα το ρυθμίσουν μεταξύ τους οι δανειστές χωρίς η ρύθμιση να επηρεάζει ουσιαστικά τη ζωή των ανθρώπων της χώρας αυτής. Θα το τεμαχίσουν, θα το περικόψουν, θα το απλώσουν σε 100 χρόνια. Χαμένοι δεν θα βγουν.
Η δημόσια περιουσία της χώρας θα παραμείνει νομικά δεσμευμένη υπό ξένο έλεγχο. Αν μια κυβέρνηση αποφασίσει να τη δημεύσει για να την επαναφέρει σε εθνικό έλεγχο θα ξέρει ότι με αυτό τον τρόπο θα δυναμιτίσει τις σχέσεις της με τις μεγάλες δυνάμεις που είναι και θα παραμείνουν οι μεγάλοι δανειστές της. Και καμία τρίτη χώρα δεν θα τη βοηθήσει να προχωρήσει σε δήμευση. Γιατί μια μεγάλη δύναμη να εμπλακεί και να διακινδυνεύσει σειρά από επιπλοκές με τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις σε άλλα διμερή ζητήματα; Γι’ αυτό οι μεγάλες δυνάμεις έχουν ιδρύσει το Κλαμπ του Παρισίου. Για να διαχειρίζονται τα θέματα αυτά από κοινού.
Οι τράπεζες (και τα ενέχυρά τους, δηλαδή όλες οι επιχειρήσεις και τα δάνειά τους που κατά 96% βρίσκονται ήδη στη ζώνη υψηλού κινδύνου σε αυτή τη χώρα...), για τους ίδιους λόγους, θα παραμείνουν στα χέρια των hedge funds που εδώ και ενάμισι χρόνο επίσημα τις ελέγχουν. Τι απομένει λοιπόν προς «διαπραγμάτευση» μετά από την έξοδο από το ευρώ; Μόνο οι όροι υποστήριξης του εθνικού νομίσματος και του συγχρονισμού του με το δολάριο και το ευρώ. Η εκτύπωση νομίσματος δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Όσο χαρτονόμισμα κι αν εκτυπώσεις θα καταστεί παλιόχαρτο μέσα σε μια μέρα. Κανείς δεν θα το αποδέχεται αν πράγματι δεν αντιστοιχεί σε μια οικονομία που με τις εξαγωγές της κερδίζει το συνάλλαγμα που χρειάζεται για τις εισαγωγές της.
Προς το παρόν η οικονομία της χώρας αυτής δεν διαθέτει τη δυνατότητα να εξάγει αγαθά και να έλκει στο εσωτερικό της όσα δολάρια χρειάζεται για τα αγαθά που εισάγει από το εξωτερικό. Και δεν είναι μόνο αυτό το έλλειμμα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά και η ακινητοποίηση των εμπορικών συναλλαγών λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης που θα προκαλέσει στους ξένους προμηθευτές η επιθυμία και μόνο της μετάβασης στο εθνικό νόμισμα. Όλοι θα σταματήσουν περιμένοντας να δουν τι θα γίνει προκαλώντας αυξανόμενες δυσχέρειες στον ανεφοδιασμό με αποτέλεσμα την έκρηξη της μαύρης αγοράς, την αποθησαύριση αγαθών και τη λήψη εκτάκτων μέτρων για την εξασφάλιση των βασικών για κάθε οικογένεια (προφανώς με δελτίο).

Το εθνικό νόμισμα λοιπόν για όλους αυτούς τους λόγους και μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα θα χρειαστεί δάνειο σε δολάριο για να μην είναι το νέο χαρτονόμισμα μια χαρτοπετσέτα χωρίς αξία. Το νέο δάνειο σε δολάριο (που θα εγκρίνουν τα μέλη του Κλαμπ του Παρισίου μετά την περικοπή του ήδη υπάρχοντος χρέους) θα χρειαστεί για να λειτουργήσει ως «εγγύηση σε δολάριο» και να εξασφαλίσει ότι οι εισαγωγές πετρελαίου, φαρμάκων, κρέατος κλπ, θα πληρωθούν και άρα θα εκτελεστούν και δεν θα ακυρωθούν. Το δάνειο σε δολάριο θα δοθεί από το αρμόδιο να δίδει τέτοια δάνεια Κλαμπ του Παρισίου με τους όρους, που συνήθως δίνονται τα δάνεια του Κλαμπ στις χώρες με επισφαλές νόμισμα: Μείωση συντάξεων όσο πιο πολύ γίνεται για να επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός όσο γίνεται λιγότερο από το έλλειμμα των ταμείων (με τελικό στόχο να τεθεί ανώτατο όριο στα σημερινά 180 ευρώ). Σύνταξη στα 67 και στα 70 για όλους χωρίς εξαιρέσεις. Μισθοί δημοσίου στο ανώτατο όριο που αντέχει το δημόσιο (που θα αντιστοιχούν σε 300 - 400 ευρώ). Αυτό το μοντέλο έχει εφαρμοστεί σε άλλες χώρες. Στη χώρα αυτή όμως, παρά το γεγονός ότι κανείς δεν το διανοείται, εφαρμόστηκε ως τώρα ένα μοντέλο πολύ πιο γενναιόδωρο. Αυτό έγινε ακριβώς επειδή η χώρα αυτή είναι μέλος του ευρώ. Έξω από το ευρώ σημαίνει υποβιβασμός στην «κανονική κατηγορία» χωρών που σπεύδουν να στηριχτούν στα «κανονικά προγράμματα» του ΔΝΤ και του Κλαμπ του Παρισίου.
Κάποιοι καθησυχάζουν τους συνομιλητές τους λέγοντας ότι «η έξοδος δεν θα είναι ασύντακτη». Πράγματι, δεν θα είναι ασύντακτη γιατί δεν είναι στο χέρι της χώρα αυτής να πραγματοποιήσει μια «ασύντακτη» έξοδο. Καμία χώρα δεν έχει «κατορθώσει» να χρεοκοπήσει «ασύντακτα» γιατί ακόμα κι αυτές που το επιλέγουν στην αρχή, μετά από λίγο, για να μην επικρατήσει ο πρωτογονισμός και η ανθρωποφαγία, ζητούν να συνεχίσουν να χρεοκοπούν «συντεταγμένα» προκειμένου να αποκατασταθεί ο ανεφοδιασμός σε αλεύρι, λάδι και πατάτα – και ευτυχώς υπάρχουν ακόμα διεθνείς θεσμοί (όπως το ΔΝΤ) που αυτό το εξασφαλίζουν. Βεβαίως, το οικονομικό πρόβλημα δεν θα είναι το μικρότερο από τα προβλήματα. Εξίσου μεγάλο πρόβλημα θα είναι το πολιτειακό. Όσες φορές κι αν επαναληφθεί η επίκληση του κινδύνου, δεν θα είναι αρκετές: Μέσα σε συνθήκες διάλυσης ριζώνουν καθεστώτα με χαρακτηριστικά ολοκληρωτισμού.
Ο Πρωθυπουργός επισκέφτηκε το Παρίσι διότι δεν είναι αδαής ώστε να πιστεύει ότι η χώρα του μπορεί να αγνοήσει τις μεγάλες δυνάμεις και να λάβει μονομερείς αποφάσεις χωρίς συνεννόηση με κάποιες ή με κάποια από αυτές προκειμένου να αναλάβει τον λογαριασμό. Οι «επαναστάσεις» χρειάζονται χορηγούς. Για να είμαστε ακόμα πιο συγκεκριμένοι, τα καθεστώτα που επιβλήθηκαν στις λατινοαμερικανικές χώρες που είναι χώρες - πρότυπα για τον Πρωθυπουργό, συχνά συνοδεύονταν από την πολιτική και οικονομική υποστήριξη μεγάλης ξένης δύναμης που έρχεται να συμπληρώσει τις διευθετήσεις χρεών των διεθνών θεσμών. Είναι λοιπόν πιθανό ότι ο Πρωθυπουργός οργανώνει το σχέδιο αποχώρησης από το ευρώ στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής υπονόμευσης της ευρωζώνης γιατί προσβλέπει σε μια καθαρή πολιτική και οικονομική στήριξη δύναμης ή δυνάμεων που έχουν συμφέρον να αποδυναμωθεί η Ευρώπη.
(...)
Με άλλα λόγια, μια ξένη δύναμη που θα θελήσει να γίνει χορηγός της χώρας αυτής, είτε θα πρέπει να δεσμεύσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ, είτε θα πρέπει να προχωρήσει σε ρήξη με ολόκληρη τη Δύση διακινδυνεύοντας πολλά άλλα συμφέροντά της. Κανείς δεν θα κάνει τίποτα από τα δύο. Η στήριξη θα είναι περιορισμένη. Η χώρα θα αγοραστεί φτηνά...
(...)